jarretar - ορισμός. Τι είναι το jarretar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι jarretar - ορισμός


Jarretar      
v. t.
Cortar os tendões dos jarretes a.
Ext.
Amputar.
Fig.
Tornar inhábil; inutilizar.
jarretar      
(jarrete+ar2) vtd
1 Cortar os jarretes a.
2 Amputar (algum membro): O cirurgião jarretou-lhe um braço.
3 Cancelar, cortar, suprimir: Jarretou um capítulo inteiro.
4 Impossibilitar: Jarretaram-me a confiança em obter o que desejava.
5 Aniquilar, destruir: Coisa impossível é jarretar a verdade. Var: jarretear.
jarretar      
v. (-sXIV cf. FichIVPM)
1 t.d.
-cir cortar o(s) jarrete(s), os tendões dos músculos posteriores da coxa a
no passado, jarretavam os soldados prisioneiros para impedi-los de correr j. um boi
2 t.d. p.ext.
-cir amputar (algum membro); decepar, cortar
3 bit. fig. retirar (algo) de (conjunto em que se insere); suprimir, eliminar, excluir
o autor jarretou alguns diálogos do texto original
4 t.d. fig. promover a destruição de, reduzir (algo) a nada; destruir, aniquilar, inutilizar
5 t.d. fig. tornar (algo) impossível, inviável; impossibilitar, inviabilizar
uma série de contratempos jarretaram nossos projetos
-gram a respeito da conj. deste verbo, ver - etar
-etim jarrete + -ar ; ver jarret- ; f.hist. sXIV jarretarás -sin/var jarretear -hom jarreta(3ªp.s.), jarretas(2ªp.s.)/ jarreta /ê/ (adj. 2g.s.2g.) e pl.; jarrete(1ª3ªp.s.), jarretes(2ªp.s.)/ jarrete /ê/ (s.m.) e pl.